Σάββατο 12 Απριλίου 2014

Πάμε ξεβράκωτοι στις αγορές

Αποσβολωμένη η ελληνική κοινωνία περιμένει να επιστρέψει η χώρα για πρώτη φορά ύστερα από τέσσερα και πλέον χρόνια στις «αγορές» και να δανειστεί λίγα δισεκατομμύρια ευρώ με τόκο της τάξεως του 5%-6%. Θα είναι αυτή η κίνηση καθοριστική; Θα αλλάξει η ζωή μας, όπως θέλει να μας πείσει η κυβέρνηση λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές; Θα αποτελέσει η έξοδος στις αγορές τρανή απόδειξη ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο; Θα ανοίξει τον δρόμο ώστε οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις να βγουν και να δανειστούν κεφάλαια για να αναχρηματοδοτήσουν υφιστάμενα χρέη ή να εξασφαλίσουν νέα >>>




και να προγραμματίσουν επενδύσεις; Και θα βοηθήσει αυτή η έξοδος στη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους για τη «διευθέτηση» των ποσών - «μαμούθ» που χρωστάει το ελληνικό Δημόσιο; Θα αποφύγουμε με αυτόν τον τρόπο το νέο μνημόνιο; Ή μήπως θα δανειστούμε ακριβά από τις αγορές και παρ’ όλα αυτά θα παραμείνουμε όμηροι της τρόικας;

Όχι, η κατάσταση δεν είναι διόλου ρόδινη και όποιος ρίξει έστω και μια ματιά στους αριθμούς θα το καταλάβει αμέσως. Το «αισιόδοξο» σενάριο προβλέπει ότι θα δανειστούμε 2-3 δισεκατομμύρια ευρώ με ένα επιτόκιο της τάξης του 5%-6%, τη στιγμή που μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού και των μνημονίων εξασφαλίζουμε δανεικά με επιτόκιο 1,25%. Προφανώς δεν μπορούμε να παραμείνουμε μόνιμα στη «θερμοκοιτίδα» των μνημονίων καθώς το αντάλλαγμα για τα φθηνότερα δανεικά είναι τα ολοένα και περισσότερα μέτρα και η μόνιμη εκχώρηση του δικαιώματος άσκησης της οικονομικής πολιτικής.

Όμηροι των μνημονίων

Τι νόημα όμως έχει και να δανειζόμαστε ακριβότερα από τις αγορές και να παραμείνουμε όμηροι των μνημονίων επειδή οι αγορές δεν θα μας προσφέρουν τα χρήματα που χρειαζόμαστε παρά μόνο αν αναλάβουμε τη δέσμευση να πληρώνουμε έναν κουβά τόκους; Ήδη, πληρώνουμε κοντά στα εννέα δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, ενώ όσο θα περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο θα αυξάνονται οι τόκοι. Και καλά τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να παραμείνουν καθηλωμένα στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 0,25%.

Τι θα γίνει αν σε λίγα χρόνια αρχίσουν να ανεβαίνουν και πάλι τα επιτόκια, κάτι πολύ φυσιολογικό με δεδομένο ότι η οικονομία κινείται πάντοτε κυκλικά; Και, ακόμη και να μη συμβεί αυτό άμεσα, τα στοιχεία δείχνουν ότι μέσα στην 5ετία 2014-2018 θα πρέπει να πληρωθούν χρέη της τάξης των 75 δισεκατομμυρίων ευρώ, χώρια οι τόκοι οι οποίοι δεν μπορούν να καλυφθούν από το πρωτογενές πλεόνασμα. Θα δανειστούμε τέτοια ποσά με επιτόκιο της τάξης του 4%-5% ή και ακόμη περισσότερο, για να πληρώνουμε σε τόκους κάθε χρόνο 11 δισεκατομμύρια ευρώ, 12 ή και ακόμη περισσότερα;

Χρέος ατελείωτο

Τα δεδομένα έχουν ως εξής: Χρωστάμε περισσότερα από ό,τι το 2010 παρά το PSI. Καταβάλλουμε τουλάχιστον το 20% των ετήσιων εσόδων από φόρους μόνο για τους τόκους αυτού του χρέους, ενώ και τα επόμενα χρόνια το χρέος σε απόλυτους αριθμούς θα αυξάνεται καθώς το πρωτογενές πλεόνασμα, ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι αισιόδοξες προβλέψεις, δεν επαρκεί για να καλυφθούν οι τόκοι. Αν κάτι… στραβώσει, αν αρχίσουν να ανεβαίνουν τα επιτόκια, αν δεν βγει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων (κάτι που φαίνεται πολύ πιθανό και ήδη ομολογημένο από τη διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ) ή αν χρειαστεί η χώρα εκτάκτως κεφάλαια για την κάλυψη μιας ανάγκης;

Όλα αυτά τα ερωτήματα χάνονται στα «συγχαρητήρια» των δανειστών μας, οι οποίοι είτε θεωρούν το χρέος βιώσιμο είτε κάνουν ότι δεν θέλουν να ακούν (βλέπε δηλώσεις Σόιμπλε) όταν η συζήτηση φτάνει στη λέξη «κούρεμα». Είναι φυσιολογικό. Αυτήν τη φορά, το κούρεμα δεν θα το πληρώσουν οι ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά οι χώρες που δάνεισαν την Ελλάδα με περισσότερα από 220 δισεκατομμύρια ευρώ.

Και η υπόθεση του ελληνικού δημόσιου χρέους έχει τα δεδομένα της. Και τα δεδομένα έχουν ως εξής:

1 Πόσα χρωστάμε;

Το συνολικό χρέος στο τέλος του 2013, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, ανερχόταν στα 321,478 δισεκατομμύρια ευρώ. Σε απόλυτους αριθμούς, το χρέος θα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο για το επόμενο χρονικό διάστημα καθώς η χώρα ναι μεν έχει πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά παραμένει ελλειμματική. Ο λόγος για τον οποίο η συζήτηση για το αν αυτό το χρέος είναι βιώσιμο παραμένει ανοικτή, δεν είναι τόσο ο απόλυτος αριθμός όσο η αναλογία του ως προς το ΑΕΠ που παράγει η χώρα και το οποίο λόγω της εξαετούς ύφεσης έχει υποχωρήσει στα επίπεδα των 185 δισεκατομμυρίων ευρώ.

2 Πού τα χρωστάμε;

Μέσω του Μηχανισμού Στήριξης, είχαμε αντλήσει μέχρι το τέλος του 2013 περί τα 213,152 δισ. ευρώ. Προφανώς μετά την εκταμίευση των οκτώ δισεκατομμυρίων ευρώ ύστερα και από την τελευταία έγκριση του Eurogroup, το ποσό αυτό θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο, πάνω από τα 220 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα ομόλογα που έχουν εκδοθεί στην αγορά εσωτερικού ανέρχονται στα 73 δισεκατομμύρια ευρώ ενώ υπάρχουν και 15 δισ. ευρώ βραχυπρόθεσμοι τίτλοι, κυρίως έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου.

3 Έχει μειωθεί το χρέος αυτά τα χρόνια;

Όχι, τα 321 εκατ. ευρώ αποτελούν νέο ιστορικό υψηλό καθώς η όποια μείωση από το PSI υπερκαλύφθηκε από τα πρόσθετα δάνεια που χρειάστηκε να εκταμιεύσουμε για να αποπληρώσουμε τα δάνεια που έληγαν κατά την 4ετία που ήταν κλειστές οι αγορές, και φυσικά για να καλυφθούν τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού.

4 Με τι μέσο επιτόκιο επιβαρυνόμαστε αυτήν τη στιγμή;

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, το μέσο επιτόκιο διαμορφώθηκε στο τέλος του 2013 στο 3,1% από 2,3% στο τέλος του 2012. Την περίοδο 2007-2010, η Ελλάδα αντιμετώπιζε επιτόκια άνω του 4%, αλλά η επιβάρυνση έπεσε και λόγω της αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους με τα χαμηλότοκα δάνεια των Ευρωπαίων εταίρων και λόγω της μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ στα ιστορικά χαμηλά του 0,25%.

5 Πόσο μας κοστίζει το χρέος σε ετήσια βάση;

Κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους είναι οι τόκοι σε απόλυτο αριθμό. Τα στοιχεία είναι εξαιρετικά αρνητικά: το 2013 πληρώσαμε 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το 2014 αυτό το ποσό θα ανέβει στα 8,7 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2015 στα 9,8 δισεκατομμύρια ευρώ και το 2016 στα 10,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Προκύπτει λοιπόν ότι ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για εκτόξευση του πρωτογενούς πλεονάσματος την περίοδο 2014-2016 (κάτι που θα γίνει με τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού, που σημαίνει συγκράτηση δημοσίων δαπανών και αύξηση εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού), αυτό το «περίσσευμα» δεν θα φτάνει καν για να καλυφθούν οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.



Πολύ απλά, για το 2014, προβλέπουμε ότι θα υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα 2,8 δισ. ευρώ. Όμως οι τόκοι του χρέους θα είναι 8,7 δισ. ευρώ. Τη διαφορά θα πρέπει να τη δανειστούμε. Αντίστοιχα, το 2015, ακόμη και αν το πλεόνασμα εκτοξευτεί στα 5,7 δισ. ευρώ, όπως προβλέπεται στο μεσοπρόθεσμο, οι τόκοι θα είναι ήδη 9,8 δισ. ευρώ και θα προκύψει νέα «τρύπα». Για να σταθεροποιηθεί η κατάσταση και να μη χρειάζεται να δανειζόμαστε ολοένα και περισσότερο, το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να σταθεροποιηθεί σε επίπεδα άνω του 4,5% του ΑΕΠ, δηλαδή άνω των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ.

6 Ποια είναι η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους;

Μετά τη συμφωνία με τους δανειστές στο πλαίσιο των μνημονίων, η μέση σταθμική διάρκεια του ελληνικού χρέους έχει φτάσει στα 16 χρόνια. Ήταν 15 χρόνια το 2012 και μόλις 6,3 χρόνια το 2011. Φαίνεται όμως ότι και αυτή η διάρκεια δεν είναι αρκετή για να μπορέσουμε ως χώρα να αντέξουμε τα τοκοχρεολύσια.

7 Πόσα πρέπει να πληρώνουμε κάθε χρόνο για να εξυπηρετούμε με συνέπεια το χρέος;

Τα δάνεια που λήγουν, συν τους τόκους ή τουλάχιστον το μέρος αυτών που δεν καλύπτονται από το πρωτογενές πλεόνασμα. Από το σύνολο των 321,478 δισεκατομμυρίων ευρώ, ποσό της τάξης των 115 δισεκατομμυρίων ευρώ πρέπει να αποπληρωθεί μέσα στην επόμενη 10ετία. Τα 56 δισεκατομμύρια ευρώ λήγουν μέσα στη διετία 2014-2015 (39,9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2014 και επιπλέον 16,1 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015). Το ποσό της φετινής χρονιάς φαίνεται τεράστιο, ωστόσο η ανάλυση της προέλευσής του δικαιολογεί τις αισιόδοξες δηλώσεις που έγιναν την προηγούμενη εβδομάδα στο πλαίσιο του Eurogroup ότι η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας είναι εξασφαλισμένη για το επόμενο δωδεκάμηνο. Από τα 39,9 δισεκατομμύρια ευρώ του 2014, τα 15 δισεκατομμύρια ευρώ είναι βραχυπρόθεσμοι τίτλοι (σ.σ.: οι οποίοι αναμένεται να αναχρηματοδοτηθούν με την έκδοση εντόκων γραμματίων στο μεγαλύτερο μέρος τους) και τα 24,9 δισεκατομμύρια ευρώ είναι ομόλογα. Ένα από αυτά τα ομόλογα, πενταετούς διάρκειας, λήγει τον Αύγουστο, είναι ύψους 12,5 δισεκατομμυρίων ευρώ και έχει τοκομερίδιο 5,5%. Άλλο ένα, 10ετούς διάρκειας, με επιτόκιο 4,5% και ύψους 8,523 δισεκατομμυρίων ευρώ, λήγει στις 20 Μαΐου.

8 Ποια είναι η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας;

Δεδομένου ότι ο οίκος Moody’s δεν προχώρησε στην αναβάθμιση την προηγούμενη εβδομάδα, παραμένουμε στο Caa3. O οίκος Fitch μας έχει κατατάξεις στο Β-, όπως επίσης και η S&P.

9 Ευνοούνται τράπεζες και ελληνικές επιχειρήσεις αν «βγούμε» στις αγορές;

Ναι, και είναι οι πρώτοι που θα ευνοηθούν άμεσα. Λογικά, η επιτυχημένη έξοδος στις αγορές θα προκαλέσει περαιτέρω μείωση των επιτοκίων και καλύτερη αξιολόγηση για τις επιχειρήσεις της χώρας (σ.σ.: οι οίκοι δεν επιτρέπεται να δίνουν πολύ καλύτερη βαθμολογία στις επιχειρήσεις από τη βαθμολογία της χώρας, πράγμα που σημαίνει ότι με το που θα δανειστούμε από τις αγορές, θα επιτύχουμε καλύτερη βαθμολογία ως χώρα και αυτό θα επιτρέψει την αναβάθμιση και των επιχειρήσεων. Το ζήτημα είναι πώς θα αξιοποιηθεί αυτή η καλύτερη βαθμολογία. Κάποιες επιχειρήσεις (π.χ. ο ΟΤΕ, που ήδη το έχει δηλώσει) θα επιδιώξει να αναχρηματοδοτήσει το δάνειό του για να μειώσει το επιτόκιο. Αυτό θα είναι καλό για τον ΟΤΕ. Πώς όμως θα διαχυθεί αυτό στην ελληνική οικονομία; Οι τράπεζες θα εκμεταλλευτούν αυτό το κλίμα για να τροφοδοτήσουν και την αγορά με ζεστό χρήμα;

10 Ποιος θα ζημιωθεί αυτήν τη φορά αν προχωρήσουμε σε «κούρεμα» του ελληνικού χρέους;

Υποψήφιος για κούρεμα αυτήν τη φορά είναι ο επίσημος τομέας. Δηλαδή τα 220 δισεκατομμύρια ευρώ που πήραμε από τον μηχανισμό. Γι’ αυτό δεν θέλει να ακούει ο Σόιμπλε. Διότι τα περισσότερα τα έχει δώσει η Γερμανία. Οι διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους θα ξεκινήσουν μετά τις εκλογές και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι συζητήσεις θα στραφούν στην αναζήτηση «ισοδύναμων μέτρων». Δηλαδή μείωση επιτοκίου από τον επίσημο τομέα και μεγαλύτερη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: