Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Δεν παίζουμε μήλα !

των Sabine Nuss και Antonella Muzzupappa
Τα επιχειρήματα των Μέρκελ και ΣΙΑ κατά του κουρέματος
του ελληνικού χρέους – και για ποιον λόγο δεν ευσταθούν
Από τότε που η συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ ηγείται της κυβέρνησης στην Ελλάδα, το ζήτημα του κουρέματος χρέους βρίσκεται στο επίκεντρο των δημόσιων συζητήσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί μείωση του χρέους. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και άλλα ευρωπαϊκά κράτη εμφανίζονται αμείλικτοι : δε θα συντελεστεί απομείωση του χρέους με το όποιο πιθανό “ένδυμα” – επαναλαμβάνουν στωικά. Γιατί όμως; Ακολουθούν τα πέντε βασικά επιχειρήματα των πολέμιων του κουρέματος και ό, τι λανθάνει πίσω από αυτά. >>>
 





 

1. «Οι Γερμανοί φορολογούμενοι δε θα πρέπει να πληρώσουν για τα χρέη της Ελλάδας»
Καταρχάς, τα δάνεια που παίρνει η Ελλάδα από τη Γερμανία δεν προέρχονται από τα φορολογικά έσοδα. 
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δανείστηκε τα λεφτά αυτά και στη συνέχεια τα δάνεισε, με τη σειρά της, στα «κρισιακά κράτη». 
Τα τελευταία, πληρώνουν τόκους για τα δάνεια αυτά. 
Ο «φορολογούμενος», ως εκ τούτου, δεν έχει πληρώσει ακόμα τίποτα για τα δάνεια αυτά.
Δεύτερον: ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους θα ήταν οικονομικά απολύτως αντιμετωπίσιμο, τόσο για τη Γερμανία όσο και για την ΕΕ. Ιδωμένο σε ευρωπαϊκές διαστάσεις, το χρέος ύψους ~320 εκ. ευρώ της Ελλάδας δεν είναι παρά “peanuts” – αναλογούν στο ~3% της οικονομικής απόδοσης της Ευρωζώνης. 
Aρχικά η ελληνική κυβέρνηση ήθελε τη διαγραφή του 50% του χρέους – ενός ποσού δηλαδή που αντιστοιχεί στο 1,5% μόνο της οικονομικής απόδοσης της Ευρωζώνης.
Και, τελοσπάντων, σε τι ωφελεί τον «φορολογούμενο», εάν το ελληνικό χρέος υφίσταται επί μακρόν, το ίδιο και η ανέχεια της χώρας; 
Σε τι τον ωφελεί, επίσης, εάν η Ελλάδα χρεοκοπήσει παντελώς και δε δύναται πλέον να αποπληρώσει το χρέος;
To συμφέρον των «Γερμανών φορολογούμενων» είναι το ισχυρότερο όπλο των πολέμιων του κουρέματος. 
Είναι ηλίου φαεινότερον : η επίκληση των φορολογουμένων είναι ένα ξεκάθαρα εργαλειακό επιχείρημα. Βάσει δημοσκοπήσεων, πάνω από το ήμισυ των Γερμανών φορολογουμένων διάκειται εχθρικά σε ένα ενδεχόμενο κούρεμα του ελληνικού χρέους.

Αυτό, ωστόσο, δε θα έπρεπε να απασχολεί τη γερμανική κυβέρνηση, δεδομένου ότι σε άλλες δημοσκοπήσεις, για τους εξοπλισμούς στο Αφγανιστάν, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων έδωσε και σε αυτήν την περίπτωση αρνητική απάντηση. 
Αυτό όμως δεν εμπόδισε την κυβέρνηση να ξοδέψει εκατομμύρια για τον πόλεμο, αντί για τους παιδικούς σταθμούς. 
Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το επιχείρημα «των γερμανών φορολογουμένων» (και, αντίστοιχα, των Ευρωπαίων) για τους δικούς της σκοπούς: μόνο αυτό μπορεί να πράξει (σ.σ : να αρνηθεί το κούρεμα), ωσάν να εφάρμοζε στις σχετικές με την Ελλάδα αποφάσεις τη λαϊκή εντολή. 

Η κυβέρνηση ως παροχέας υπηρεσιών!
Με κάθε ευκαιρία, οι πολιτικοί επιχειρηματολογούν με τον παραπάνω τρόπο. 
Για όλους τους μη πολιτευόμενους, για τους φορολογούμενους δηλαδή, ισχύει το εξής : μην πλανάστε, διότι στην Ευρώπη το παιχνίδι δεν είναι «Γερμανία εναντίον Ελλάδας», «Γαλλία εναντίον Ιταλίας» ή «Ολλανδία εναντίον Ισπανίας». 
Δεν παίζουμε μήλα!
Στην ουσία, «το παιχνίδι παίζεται» ως εξής : «φτωχοί εναντίον πλουσίων», «δανειολήπτες εναντίον κεφαλαιοκρατών» – τουτέστιν, τα κρατικά έξοδα οφείλουν να στηρίζουν το κεφάλαιο αντί να χρηματοδοτούν τις κοινωνικές ανάγκες. 
Ο απλός λαός πρέπει να κοστίζει φθηνότερα, να κάνει οικονομία, να μην παίρνει δάνεια, να δουλεύει περισσότερο, να γίνει ανταγωνιστικότερος (βλ. «Ατζέντα 2010» ), ώστε οι επενδύσεις στην Ευρώπη να καταστούν αποδοτικότερες.

Η «διάσωση του ευρώ» έχει ακριβώς αυτόν τον σκοπό, να αυξήσει την απόδοση του κεφαλαίου. 
Γι’ αυτό οι μεν οφείλουν να πληρώνουν και να δουλεύουν, οι δε να εισπράττουν. Κι αυτό ισχύει για όλες τις χώρες.
Το επιχείρημα «φορολογούμενοι», αντίθετα, διαχωρίζει τους ανθρώπους βάσει εθνικότητας. 
Σύμφωνα με το υπόδειγμα, κάθε φορολογούμενος είναι ένας μίνι υπουργός Οικονομικών. 
Όποιος σκέφτεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, έχει τους λάθος εχθρούς: τους Έλληνες, Γερμανούς, Ισπανούς, Πορτογάλους, Γάλλους… 
Και έχει τους λάθος φίλους: την κυβέρνησή του και την εγχώρια ελίτ. Το παλιό ρητό «τα σύνορα δε βρίσκονται ανάμεσα στα έθνη, αλλά ανάμεσα στους πάνω και τους κάτω» εξακολουθεί να ισχύει.

2.«Ένα κούρεμα χρέους δε θα απέφερε τίποτα το σπουδαίο»
Αυτό ισχύει εν μέρει, εάν εξετάσει κανείς μόνο τα χρέη της Ελλάδας προς τα ευρωπαϊκά κράτη και τον Μηχανισμό Διάσωσης (EFSF). 
Γι’ αυτές τις πιστώσεις, οι τόκοι και οι πληρωμές θα καταστούν ληξιπρόθεσμες κατ’ αρχήν από το 2020. 
Ένα μικρό ποσό υπολείπεται για την αποπληρωμή των τόκων από την Ελλάδα, πρόκειται όμως για ένα ποσό που μπορεί να παραμεληθεί. 
Εάν αυτά τα χρέη διαγραφούν, δεν θα ανακουφιστεί σχεδόν καθόλου η Ελλάδα. 
Μέχρι εδώ αληθεύει η διαφωνία: 
Για τα χρέη προς τον Μηχανισμό Διάσωσης και τα ευρωπαϊκά κράτη δεν αποφέρει βελτίωση το σχετικό κούρεμα. Από το 2020 κι εξής θα είναι βέβαια κι εδώ διαφορετικά τα πράγματα. 
Αλλά ας δούμε, πώς έχει η κατάσταση όσον αφορά στα δάνεια των υπόλοιπων πιστωτών.

Γύρω στα 50 εκ. ευρώ χρωστάει η Ελλάδα στο ΔΝΤ και την ΕΚΤ. 
Και τα χρέη αυτά πρέπει να εξυπηρετηθούν άμεσα : ήδη αυτόν τον χρόνο, θα καταστούν ληξιπρόθεσμα ποσά πολλών εκατομμυρίων για τόκους και αποπληρωμές. 
Για αυτά τα χρέη λοιπόν το κούρεμα θα μπορούσε να ωφελήσει βραχυπρόθεσμα. 
Η ΕΚΤ και το ΔΝΤ όμως βάσει καταστατικού δεν επιτρέπεται να διαγράψουν το χρέος.
Στην περίπτωση που κάποιος δε θέλει να αλλάξει αυτά τα καταστατικά, η λύση βρίσκεται στο τραπέζι : 
τα κράτη της ΕΕ ή ο Μηχανισμός Διάσωσης αναλαμβάνουν τα χρέη από την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, διαγράφουν ένα μέρος (είναι θεμιτό), μειώνουν τους τόκους, παγώνουν το χρέος, προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, και ούτω καθεξής. 
Η υλοποίηση ή μη αυτής της δυνατότητας, δεν άπτεται τόσο των οικονομικών δεδομένων, αλλά είναι πρώτιστα μια πολιτική απόφαση : με το να μη διαγραφεί το ελληνικό χρέος, θα εξακολουθεί να ασκείται πίεση στην Ελλάδα 
και θα ελέγχεται η πολιτική της χώρας. Διότι χωρίς τη διαγραφή του χρέους θα έχει την ανάγκη νέων δανείων από την ΕΕ, και θα τα λάβει μόνο εφόσον εφαρμοστούν περαιτέρω οι περιβόητες μεταρρυθμίσεις (ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις, απολύσεις, αποδυνάμωση των συνδικάτων, περικοπές μισθών κλπ). 
Σε αυτό ακριβώς θέλει να βάλει παύση η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – και ακριβώς αυτό απαγορεύουν η γερμανική κυβέρνηση και η τρόικα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ, ΕΚΤ). 
Αντίθετα, θέλουν να επιβάλουν τη «μεταρρυθμιστική» πολιτική σε ολόκληρη την Ευρώπη.

3. «Το ελληνικό χρέος έχει ήδη κουρευτεί μια φορά!»
Το 2012 πράγματι κουρεύτηκε το ελληνικό χρέος. 
Το κούρεμα αυτό αφορούσε τα δάνεια των ιδιωτικών πιστωτών (τράπεζες, αμοιβαία κεφάλαια, ασφάλειες). 
Τουτέστιν, παραιτήθηκαν από την απαίτηση 100 εκατομμυρίων ευρώ. 
Όλα καλά ως εδώ. Όμως:

Πρώτον, το ότι έχει συντελεστεί στο παρελθόν κούρεμα του χρέους δεν αποτελεί από μόνο του επιχείρημα εναντίον ενός δεύτερου κουρέματος, εφόσον η Ελλάδα το έχει ανάγκη.
Δεύτερον, το χρήμα που εξοικονομήθηκε από το κούρεμα του ‘12 δε διοχετεύτηκε σε υποδομές, κοινωνικές ή άλλες. 
Στόχος του εγχειρήματος ήταν να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος. 
Διαγράφηκε μόνο εκείνο το κομμάτι του χρέους, το οποίο ούτως ή άλλως δεν ήταν επ’ ουδενί δυνατό να αποπληρωθεί. 
Το υπόλοιπο χρέος διατηρήθηκε ως είχε. 
Το κούρεμα αυτό θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αποπληρώσει το υπόλοιπο χρέος. 
Αυτή ήταν η “διάσωση” : οι απαιτήσεις των πιστωτών έπρεπε να εξασφαλιστούν, και γι’ αυτό έπρεπε βέβαια η χώρα να προβεί σε περαιτέρω συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους.
Από το κούρεμα αυτό επωφελήθηκαν οι ιδιώτες πιστωτές, δηλαδή οι τράπεζες και τα αμοιβαία κεφάλαια, οι οποίοι είχαν δανείσει την Ελλάδα : 
δεν έπρεπε να ξεγράψουν τις πιστώσεις τους προς την Ελλάδα ολοκληρωτικά, αλλά μπόρεσαν να διασώσουν ένα τμήμα, καθώς επενέβησαν η Ε.Ε. και το ΔΝΤ. 
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα σήμερα χρωστάει στην ΕΕ και το ΔΝΤ, ενώ οι ιδιωτικοί χρηματοδότες αποχώρησαν διακριτικά.

4. «Η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τις συμφωνίες!»
Κι αυτό δεν είναι επιχείρημα καθ’ εαυτό. 
Οι συμφωνίες μπορούν να αλλάζουν. 
Και η ομοσπονδιακή δημοκρατία εξασφάλισε το 1953 μια μεγάλη απαλλαγή χρέους, για να ενισχύσει την οικονομία της χώρας. 
Εξάλλου, δεν αποπληρώθηκε ποτέ το καταναγκαστικό δάνειο, με το οποίο το Τρίτο Ράϊχ έβγαλε έξω από την Ελλάδα εκατομμύρια κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 
Από πού κι ως πού, λοιπόν, «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται!».

Ο πραγματικός λόγος για την επιμονή της ομοσπονδιακής δημοκρατίας στη διατήρηση των συμφωνηθέντων είναι: 
δεν υπάρχει κούρεμα του χρέους, διότι δεν επιτρέπεται να υπάρξει. 
Αυτό είναι όμως οικονομική παραφροσύνη- «δεν μπορούν να στύβονται οι χώρες εν μέσω ύφεσης», είπε προσφάτως ακόμα κι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπάρακ Ομπάμα. 
Ωστόσο, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και η Ε.Ε. παραμένουν στη σκληρή γραμμή, απορρίπτουν κάθε κούρεμα του χρέους. 
Αυτή είναι πολιτική απόφαση, όχι αντικειμενικός οικονομικός καταναγκασμός, αλλά έκφραση συμφέροντος. 
Τα χρέη της Ελλάδας πρέπει να διατηρηθούν, για να μην ομολογηθεί ότι η πολιτική της τρόικας απέτυχε ολοκληρωτικά. 
Οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις οδήγησαν μάλιστα μέχρι τώρα σε συρρίκνωση της οικονομίας κατά 25%, ποσοστό ανεργίας 25% (50% στους νέους και νέους ενήλικες), κατάρρευση του συστήματος υγείας κλπ. 
Συγχρόνως, μέσω της λιτότητας αυξήθηκε περαιτέρω το βάρος του χρέους, ώστε να ασκηθεί πίεση στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες. 
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση το ομολογεί ανοιχτά. Κούρεμα του χρέους ή άλλες ελαφρύνσεις θα μπορούσαν να «μειώσουν τη θέληση για μεταρρυθμίσεις».

Για να εγκαθιδρύσουν στην περίπτωση της Αθήνας ένα παράδειγμα και να στείλουν ένα μήνυμα σε όλες τις χώρες της Ευρώπης: όποιος μέσα στην ευρωζώνη χρειάζεται τη βοήθεια των άλλων χωρών, θα την λαμβάνει μόνο αν δηλώνει πρόθυμος να υποτάσσει τα πάντα στα διατάγματα λιτότητας και μεταρρυθμίσεων των χρηματοδοτών και στην ανάγκη να θυσιάζει μεγάλα τμήματα της οικονομίας του. 
Ολόκληρες χώρες, οι πληθυσμοί και η οικονομία τους υπάγονται έτσι σε ένα μέτρο: «βιωσιμότητα του χρέους». 
Μακριά από κάθε οικονομική αναγκαιότητα, μια χώρα πρέπει να κάνει τα πάντα για να εξυπηρετήσει τις δεσμεύσεις της με κάθε κόστος: η εξυπηρέτηση του χρέους γίνεται σημαντικότερη από τις συνθήκες ζωής και εργασίας των ανθρώπων. 
Για να εξυπηρετηθούν τα χρέη, οι άνθρωποι στερούνται τη φαρμακευτική περίθαλψη, η κατοικία τους κατάσχεται, το ρεύμα τους κόβεται και ο μισθός τους μειώνεται. 
Κύριο είναι να αποπληρώνει η χώρα τα χρέη της, άρα να εξυπηρετεί τις απαιτήσεις των πιστωτών και αυτό σημαίνει τις περισσότερες φορές τις απαιτήσεις των επενδυτών στις χρηματαγορές.

5. «Έχουμε ήδη βοηθήσει την Ελλάδα αρκετά!»
Τι σημαίνει «βοήθεια» εδώ; 
Η Ελλάδα δεν έλαβε επιεικείς προσφορές, αλλά πιστώσεις. 
Αν οι πιστώσεις ήταν «βοήθειες», τότε οι τράπεζες θα ήταν οργανώσεις αλληλοβοήθειας. 
Οι πιστώσεις των κρατών της Ε.Ε. προς την Ελλάδα δεν υπηρετούσαν τον σκοπό να απαλλάξουν τους ανθρώπους εκεί από τον πόνο. 
Αυτό θα ήταν βοήθεια! 
Ο σκοπός τους ήταν αφενός να προστατεύσουν τα χρήματα των ιδιωτών πιστωτών της Ελλάδας από μεγάλες απώλειες. 
Από την άλλη, μέσα από την αποφυγή ελληνικής χρεοκοπίας, έπρεπε να σταθεροποιηθεί η ευρωζώνη, η οποία είναι η βάση επιτυχίας ειδικά της Γερμανίας. 
Επομένως, η Ε.Ε. δεν διέσωσε την Ελλάδα από κρατική χρεοκοπία, αλλά διασώθηκε η ευρωζώνη από τις συνέπειες μιας ελληνικής χρεοκοπίας. 
Οι πιστώσεις «βοηθείας» δεν νοούνταν σαν βοήθεια, αλλά σαν επένδυση. 
Οι άνθρωποι στην Ελλάδα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη γι’ αυτή την επένδυση, επειδή είναι επικερδής.

Δημοσιεύτηκε στη γερμανική εφημερίδα neues deutschland, στις 9 Φεβρουαρίου 2015

*Η Sabine Nuss είναι πολιτική επιστήμονας και 
η Antonella Muzzupappa διδάσκει πολιτική οικονομία 
στην Ακαδημία Πολιτικής Εκπαίδευσης του ινστιτούτου Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Μετάφραση: Δήμητρα Αλιφιεράκη-Νίκος Σκοπλάκης

rednotebook.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.
Μην ξεχνάς, ότι τα σχόλια, υπάρχουν για έκφραση γνώμης, άποψης, διάλογο και ακόμη για ιδέες και προτάσεις.
Εννοείται ότι εδώ δε βρίζουμε και δεν προσβάλλουμε κανέναν, κυρίως τους συνομιλητές μας, που είναι απλοί πολίτες, σαν εμάς.
Πάντως, αν κάτι «πάει στραβά», η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Αν κρίνεις ότι θα συμμετέχεις με σχόλια σ’ αυτό το blog, καλό είναι (όχι υποχρεωτικό πάντως), να χρησιμοποιείς ένα ψευδώνυμο, για να «γνωριζόμαστε» και να συζητάμε καλύτερα…

ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΑΣ