Με
κατεπείγον αίτημα στον μηχανισμό στήριξης EFSF και στον επικεφαλής του
EuroWorking Group Τόμας Βίζερ να μελετηθεί άμεσα το αίτημα της Ελλάδας
για τα 1,2 δισ. ευρώ από το «μαξιλάρι» του ΤΧΣ αντέδρασε ο επικεφαλής
του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ στο αποτέλεσμα της συνάντησης και των
πολύωρων διαβουλεύσεων Μέρκελ - Τσίπρα τη Δευτέρα στο Βερολίνο. Δεδομένου ότι για την επιστροφή του ποσού αυτού δεν απαιτείται
πολιτική απόφαση, αλλά μόνο γνωμοδότηση από το EWG και έγκριση από το
Δ.Σ. του EFSF, όλα δείχνουν ότι αναζητείται τρόπος >>>
να ανοίξει ταχέως η
στρόφιγγα της χρηματοδότησης προς την Ελλάδα.
Ήδη σήμερα συνεδριάζει το
ΕWG για το θέμα αυτό. Φαίνεται λοιπόν ότι στο Βερολίνο έγιναν πολλά που
ακόμη δεν ανακοινώνονται.
Η συνάντηση και το πολύωρο δείπνο εργασίας έγιναν... με τα σκυλιά
δεμένα, δηλαδή χωρίς τους Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και Γιάνη Βαρουφάκη, των
οποίων οι σκυλοκαυγάδες είχαν εκτροχιάσει κάθε ιδέα διαπραγμάτευσης ή
συνεννόησης ή διαλόγου Γερμανίας και Ελλάδας.
Όλα δείχνουν ότι βαδίζουμε προς την άρση του αδιεξόδου μετά το
αποτέλεσμα της συνάντησης του πρωθυπουργού με την καγκελάριο, αλλά και
της πολύωρης «επταμερούς» τη νύχτα της περασμένης Πέμπτης προς Παρασκευή
στις Βρυξέλλες και τη μετατόπιση της διαπραγμάτευσης από τους δύο
«καυγατζήδες» ΥΠΟΙΚ στους δύο αρχηγούς κρατών. Πού βρισκόμαστε λοιπόν;
Σταδιακή εξομάλυνση
Στη διάρκεια αυτής της εβδομάδας η Ελλάδα έχει καταφέρει να αποσπάσει
ένα πρόγραμμα ανακούφισης της ανθρωπιστικής καταστροφής χωρίς
επιβάρυνση του προϋπολογισμού.
Η Κομισιόν του Γιούνκερ ανέλαβε να κατευθύνει σε αυτόν τον στόχο 2
δισ. ευρώ – όσο είχε κοστολογηθεί το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» –,
κυρίως από πόρους της περιόδου 2007-2014, οι οποίοι, αν και διετίθεντο
τα προηγούμενα χρόνια, είχαν μείνει αναξιοποίητοι από τις προηγούμενες
κυβερνήσεις, και βεβαίως από την κυβέρνηση Σαμαρά, όπως αποκάλυψε τη
Δευτέρα ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς.
Έχει ακόμη καταφέρει να αξιολογηθεί κυρίως επί τη βάσει δικών της
προτάσεων για τον τρόπο ολοκλήρωσης του προηγούμενου μνημονίου και όχι
των πεπραγμένων της κυβέρνησης Σαμαρά, τα οποία ούτως ή άλλως
αμφισβητούνται από τους δανειστές, με κορυφαία περίπτωση αυτήν του
πρωτογενούς πλεονάσματος, το οποίο υποβαθμίζουν από το 1,5% στο 0,3% του
ΑΕΠ.
Ισχύει όμως η προϋπόθεση ότι οι προτάσεις που θα εμφανίσει θα
εγκριθούν από την τέως τρόικα και το Eurogroup.
Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση έχει καταφέρει να επαναβεβαιώσει –
και με δικές της υποχωρήσεις – τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου.
Έχει καταφέρει ακόμη η συζήτηση να εξομαλυνθεί και πλέον να
ξανανοίγει για το άνοιγμα της ρευστότητας προς την ελληνική οικονομία
και το κράτος.
Η εκκρεμότητα αφορά το βάρος που θα δοθεί στην
αξιολόγηση, αλλά και το αν η ελληνική κυβέρνηση αρκεί να καταθέσει τις
προτάσεις της ή θα πρέπει και να τις νομοθετήσει για να ρεύσει χρήμα στη
χώρα.
Το ζήτημα παραμένει ανοιχτό και θα κριθεί – θεωρητικά τουλάχιστον
– από το είδος και την «πειστικότητα» των προτάσεων που θα κατατεθούν.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η απειλή μιας ελληνικής χρεοκοπίας εντός του
ευρώ ή ενός Grexit κατέδειξε προς όλους ότι οι υπερβολικές πιέσεις
μπορούν άνετα να οδηγήσουν σε μια καταστροφή που υπερβαίνει κατά πολύ
την Ελλάδα και τα προβλήματά της.
Στο πλαίσιο αυτό όντως η
διαπραγμάτευση πολιτικοποιήθηκε σε έναν βαθμό και κατέστη δυνατόν η
Ελλάδα να ανασάνει πρώτα διπλωματικά και εν συνεχεία – όπως όλα δείχνουν
– και οικονομικά.
Σύμφωνα με τις ενδείξεις, φαίνεται ότι έχει περάσει θετικά η άποψη
της ελληνικής κυβέρνησης ότι οι ιδιωτικοποιήσεις δεν μπορεί να γίνουν με
τη μορφή ξεπουλήματος, αλλά με συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στα νέα
σχήματα – μια θέση την οποία από αντίληψη η προηγούμενη κυβέρνηση δεν
θα μπορούσε καν να διανοηθεί, πόσο μάλλον να διεκδικήσει, παρότι στις
χώρες του ευρώ αυτή είναι η επικρατούσα πραγματικότητα.
Τέλος, σύμφωνα με εκτιμήσεις προερχόμενες από το οικονομικό επιτελείο
της κυβέρνησης, στο παρασκήνιο διεξάγεται ήδη μια παραγωγική συζήτηση
για την αναδιάρθρωση του χρέους, της οποίας η έκβαση όμως θα κριθεί σε
μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις στα μέτωπα των μεταρρυθμίσεων.
Η χρυσή τομή
Σε ό,τι αφορά ειδικά τη συνάντηση Μέρκελ - Τσίπρα και τις κοινές
δηλώσεις τους, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι μπορεί η καγκελάριος της
Γερμανίας να επανέλαβε τα περί ανάγκης μεταρρυθμίσεων, αλλά απέφυγε να
μιλήσει για την «ανάγκη να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ».
Άλλωστε κάθε
δήλωση περί αυτής της «ανάγκης» απλώς υποδηλώνει ότι η θέση της Ελλάδας
στο ευρωσύστημα δεν είναι δεδομένη.
Επιπλέον – και σημειολογικά και πολιτικά σημαντικό – να σημειώσουμε
ότι η Μέρκελ αντιμετώπισε τον Τσίπρα (και την Ελλάδα) ως ισότιμο εταίρο,
πολύ μακριά από την αποικιοκρατική φρασεολογία του Σόιμπλε και πολλών
γερμανικών ΜΜΕ, κάνοντας αναφορά σε δύο κράτη (Γερμανία και Ελλάδα) που
«θέλουν να συνεχίσουν να ανήκουν στην Ε.Ε.», χωρίς ιδιαίτερες υποδείξεις
και νουθεσίες πλην των μεταρρυθμίσεων, για τις οποίες μίλησαν και οι
δύο.
Η φρασεολογία της Μέρκελ εστίασε στη συνεργασία.
Αυτή είναι μια ουσιώδης διαφορά συγκριτικά με τις επισκέψεις των
προηγούμενων πρωθυπουργών στο Βερολίνο, οι οποίες κατέληξαν πολύ άσχημα
για την Ελλάδα...
Προφανώς η Μέρκελ – αλλά και οι υπόλοιποι παράγοντες της Ευρωζώνης –
θέλει να τερματιστεί η δυσάρεστη και πολλαπλώς επικίνδυνη συζήτηση περί
Grexit και να δοθεί το μήνυμα περί εξομάλυνσης των διμερών σχέσεων...
Τέλος, στη συνάντηση επικυρώθηκε ότι ο «κοινός τόπος» μεταξύ Ελλάδας
και Ευρωπαίων μπορεί να εντοπιστεί στα ζητήματα της ανθρωπιστικής
κρίσης, της μεταρρύθμισης της φορολογίας, της ανεργίας, της δημόσιας
διοίκησης, της καταπολέμησης της γραφειοκρατίας και της πάταξης της
διαφθοράς.
Το ερώτημα είναι πού θα βρεθεί η χρυσή τομή στις
ιδιωτικοποιήσεις και το ασφαλιστικό.
Και κάτι τελευταίο: Η Μέρκελ σε ένα σημείο της δικής της δήλωσης
ανέφερε το εξής: «Θα ήθελα η Ελλάδα να γίνει μια οικονομικά εύρωστη
χώρα, να αναπτυχθεί, να μπορέσει να βγει από το τέλμα της μεγάλης
ανεργίας και πάνω απ’ όλα να μπορέσει να αντιμετωπίσει το θέμα της
ανεργίας των νέων, που είναι πολύ υψηλή. Αυτό σημαίνει μεταρρυθμίσεις,
σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει ισοσκελισμένος προϋπολογισμός».
Δεδομένου ότι ο όρος «ισοσκελισμένος προϋπολογισμός» αναφέρεται
συνεχώς από την ελληνική κυβέρνηση, μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε λίγο
για να δούμε αν συνιστά υποχώρηση από τα «κατάλληλα πλεονάσματα» στα
οποία αναφερόταν η συμφωνία στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, που
ούτως ή άλλως αποτελούσαν ευρωπαϊκή υποχώρηση από τα πλεονάσματα του 3%
και του 4,5% για τα επόμενα χρόνια...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου