Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Στο ΣτΕ προσφεύγουν ΑΔΕΔΥ και Δικαστικές Ενώσεις

Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγαν όλες οι δικαστικές Ενώσεις και 602 δικαστές από όλο το φάσμα της Δικαιοσύνης, καθώς και η ΑΔΕΔΥ. Οι πρώτοι ζητούν να κριθεί αντισυνταγματικό και αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) το Μνημόνιο ΙΙΙ κατά το σκέλος εκείνο που μειώνει αναδρομικά από την 1η Αυγούστου 2012 τις αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών. Η ΑΔΕΔΥ, από την άλλη, ζητά να κριθούν αντισυνταγματικές τέσσερις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και >>>
 



εγκύκλιοι, με τις οποίες τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και αυτοδίκαιη αργία δημόσιοι υπάλληλοι.

ΑΔΕΔΥ
Συγκεκριμένα, η ΑΔΕΔΥ ζητά να κριθούν αντισυνταγματικά και αντίθετα σε διεθνές συμβάσεις τόσο το Μνημόνιο ΙΙΙ όσο και τέσσερις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και δύο εγκύκλιοι, οι οποίες αφορούν τη διαθεσιμότητα και την κατάργηση θέσεων στο Δημόσιο.

Πρόκειται για μια προσφυγή «μαμούθ», 77 σελίδων , που στρέφεται κατά του υπουργού Οικονομικών, ως εκπροσώπου του ελληνικού δημοσίου και αιτείται την ακύρωση από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας όλου του πλέγματος των πρόσφατων νομοθετικών πράξεων που θέτουν σε διαθεσιμότητα, κ.λπ. μεγάλη κατηγορία δημοσίων υπαλλήλων.

Η ανώτατη συνδικαλιστική οργάνωση υποστηρίζει ότι από την εφαρμογή του Μνημονίου ΙΙΙ και των άλλων προσβαλλόμενων νομοθετημάτων που ακολούθησαν (ΠΝΠ, κ.λπ.), πολλαπλώς παραβιάζονται τα άρθρα 2, 4, 5, 6, 20, 22, 25, 26, 28, 44, 74,103 και 116 του Συντάγματος.

Ειδική αναφορά γίνεται στις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, καθώς από την ημέρα έκδοσής τους (και δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως) έχει παρέλθει το διάστημα των 40 ημερών, εντός του οποίου πρέπει να κατατεθεί στη Βουλή νόμος που να τις κυρώνει, σύμφωνα με το Σύνταγμα. Ως εκ τούτου, θεωρούνται άκυρες κατά την ΑΔΕΔΥ.

Επιπλέον στην προσφυγή προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου εκδόθηκαν χωρίς τις προβλεπόμενες συνταγματικές προβλέψεις, δηλαδή, χωρίς να συντρέχουν έκτατες περιστάσεις ή να υπάρχει εξαιρετικά επείγουσα ανάγκη για την έκδοσή τους. Το περιεχόμενό τους έπρεπε να περάσει από τη Βουλή. Από τη στιγμή που δεν πέρασαν, αφαιρείται η νομοθετική εξουσία από το Κοινοβούλιο, επισημαίνεται.

Σχετικά με τη διαθεσιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, τονίζεται ότι αυτή παραβιάζει τα άρθρα 2 (προστασία της αξίας του ανθρώπου), 4 (ισότητα των πολιτών) και 5 (δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας), ενώ στερεί από τους δημοσίους υπαλλήλους τα απολύτως αναγκαία μέσα βιοπορισμού.

Επιπροσθέτως, προβάλλεται το επιχείρημα ότι η 3η «Μνημονιακή» νομοθεσία προσκρούει στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, το οποίο προστατεύει την περιουσία, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνεται και ο μισθός, ενώ επίσης προσκρούει σε πλειάδα ευρωπαϊκών βασικών νομοθετημάτων.

Δικαστικές Ενώσεις

Όλες οι δικαστικές Ενώσεις και 602 δικαστές από όλο το φάσμα της Δικαιοσύνης προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ζητούν να κριθεί αντισυνταγματικό και αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) το Μνημόνιο ΙΙΙ (Ν. 4093/2012) κατά το σκέλος εκείνο που μειώνει αναδρομικά από την 1η Αυγούστου 2012 τις αποδοχές και τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών και ρυθμίζει τμηματικά τον τρόπο επιστροφής των «αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών» στο Δημόσιο.
Προβλέπεται, δηλαδή, η τμηματική επιστροφή των επιπλέον πόσων που έλαβαν από την 1.8.2012 μέχρι 31.12.2012, λόγω της αναδρομικής μείωσης των αποδοχών και των συντάξεών των δικαστών και εισαγγελέων.
Τόσο οι δικαστικές Ενώσεις, όσο και οι δικαστές, ζητούν επιπλέον να ακυρωθεί η από 14.11.2012 απόφαση του υπουργού Οικονομικών που προβλέπει την επιστροφή «των αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών και συντάξεων» που προκύπτουν από την εφαρμογή του Μνημονίου ΙΙΙ (αναδρομική μείωση αποδοχών και συντάξεων).
Ως προς το Μνημονίο ΙΙΙ ζητούν να ακυρωθεί η υποπαράγραφος Γ1, που αφορά στις μισθολογικές διατάξεις των απασχολουμένων στον δημόσιο τομέα.
Ειδικότερα, στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο προσέφυγαν οι Ενώσεις: 1) Δικαστών και Εισαγγελέων, 2) Εισαγγελέων Ελλάδος, 3) Διοικητικών Δικαστών, 4) Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, 5) Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Επίσης, προσέφυγαν ατομικά όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας (Ι. Γράβαρης, Όλγα Παπαδοπούλου, Φραντζέσκα Γιαννακού, Β. Γκρέστους και Ν. Νικολάκης), 595 δικαστές και εισαγγελείς όλων των βαθμών ομαδικά, αλλά και δύο που προσέφυγαν ανεξάρτητα.
Υποστηρίζεται ότι οι περικοπές των αποδοχών και των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών παραβιάζουν τα άρθρα 26, 87 και 88 του Συντάγματος, καθώς και το δικαίωμά τους στην περιουσία, όπως αυτό κατοχυρώνεται με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Στην έννοια της περιουσίας, όπως είναι γνωστό, περιλαμβάνονται τόσο οι αποδοχές, όσο και οι συντάξεις.
Επιπλέον, αναφέρουν ότι οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, πρέπει να είναι ισότιμες με τις αποδοχές των άλλων δύο λειτουργιών (νομοθετικής και εκτελεστικής).

Συν τις άλλοις, σύμφωνα με τις προσφυγές, το Σύνταγμα προβλέπει πως ο νομοθέτης υποχρεούται να παρέχει στον δικαστή, αφενός μεν αποδοχές, επαρκείς και ανάλογες του λειτουργήματός του, αφετέρου τις κατάλληλες συνθήκες και υποδομές, ώστε αυτός να είναι σε θέση να επιτελεί «το δικαιοδοτικό του έργο» στο υψηλό επίπεδο που επιτάσσουν το Σύνταγμα και οι διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας.  Στην πραγματικότητα όμως, αυτό δεν συμβαίνει, σημειώνουν οι δικαστικοί λειτουργοί, καθώς η Πολιτεία αδυνατεί να προσφέρει στους δικαστές την αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή.
Από την άλλη υποστηρίζουν πως η πρόβλεψη του Μνημονίου ΙΙΙ για πεντάμηνη αναδρομικότητα στις περικοπές των αποδοχών των δικαστών παραβιάζει και την ΕΣΔΑ καθώς οι πλήρεις αποδοχές που έλαβαν από 1.8.-31.12.2012 αποτελούν δεδουλευμένες αποδοχές και παράλληλα ανεπίστρεπτο μέρος της περιουσίας των δικαστών. Δηλαδή οι δικαστές  αναγκάζονται να επιστρέψουν αμοιβές που είναι «καρπός της εργασίας τους».


 

Δεν υπάρχουν σχόλια: