Δυστυχώς για μία
ακόμα φορά γινόμαστε μάρτυρες της χρησιμοποίησης συζητήσιμων αποφάσεων
του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου ως εργαλείου προπαγάνδας της
εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ. Αναφερόμαστε στην ανάρτηση με τίτλο «1492/2013: Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΛΥΝΕΙ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΠΟΡΙΕΣ…», από το ιστολόγιο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ ΝΕΑ ΚΑΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ» όπου γίνεται
σκόπιμη διαστρέβλωση της αλήθειας σε ό,τι αφορά τον ρόλο του Συμβουλίου
της Επικρατείας και το περιεχομένου του ακυρωτικού ελέγχου. Συγκεκριμένα αναφέρεται:
«Διαβάζοντας προσεκτικά την απάντηση του ΣτΕ παρατηρεί κανείς ότι όλες οι κατά καιρούς δημοσιευμένες αιτιάσεις υπέρ του έργου έχουν υιοθετηθεί, ενώ η στήριξη των περισσοτέρων απαντήσεων στα στοιχεία της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων δείχνει την εγκυρότητα της μελέτης και ακυρώνει όποια προσπάθεια χαρακτηρισμού της ως ελλιπούς, μονομερούς και ανεπαρκούς…
Παράλληλα, σχεδόν οποιοδήποτε επιχείρημα κατά της επένδυσης έχει ποτέ χρησιμοποιηθεί από το antigold στρατόπεδο, απαντάται τεκμηριωμένα και καταρρίπτεται μέσα στην απόφαση 1492/2013, αλλά ποιος antigold μπήκε στον κόπο να διαβάσει 20.000 λέξεις…
Σε απάντηση όσων διαδίδουν πως το ΣτΕ δεν είναι αρμόδιο να κρίνει την επένδυση, αλλά εγκρίνει μόνο διοικητικές πράξεις, δείτε μερικά από τα σημαντικότερα σημεία της απορριπτικής αιτιολόγησης της απόφασης, τα οποία αφορούν και τα συχνότερα προβαλλόμενα επιχειρήματα του antigold στρατοπέδου…»
Κανονικά, μετά τη φράση του αρθρογράφου της εταιρείας «το ΣτΕ εγκρίνει διοικητικές πράξεις»
δεν θα έπρεπε κανείς να συνεχίσει στην ανάγνωση του άρθρου του, αφού
είναι σαφές ότι αγνοεί βασικές έννοιες όπως τη διαφορά των λέξεων
«κρίνω» και «εγκρίνω»…
Αλλά επειδή η απόφαση του ΣτΕ (εδώ)
είναι το βασικό όπλο της προπαγάνδας της εταιρείας και η μόνιμη
απάντηση σε όποιον αμφισβητεί τη νομιμότητα των έργων της σε οποιοδήποτε
επίπεδο, αυτή η παραπληροφόρηση πρέπει επιτέλους να διαλυθεί.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η αίτηση
ακύρωσης αφορούσε την Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) της
επένδυσης, το ΣτΕ δηλαδή έπρεπε να κρίνει (και όχι βέβαια να «εγκρίνει»)
την κρίση της Διοίκησης σχετικά με το επίμαχο θέμα.
Σύμφωνα λοιπόν με
το σκεπτικό της εταιρείας, προκειμένου να κρίνουν αν ορθώς η Διοίκηση
ενέκρινε περιβαλλοντικά το έργο, οι ανώτατοι δικαστές κάθησαν και
διάβασαν ολόκληρη τη ΜΠΕ της εταιρείας, την κατανόησαν σε όλες της τις
πτυχές, απέκτησαν ιδία αντίληψη για τη βαρύτητα των περιβαλλοντικών
επιπτώσεων και τελικά είχαν και άποψη σχετικά με την επιστημονική
ορθότητα ή μη της μελέτης!!!
Ούτε λίγο ούτε πολύ δηλαδή, έκαναν από την
αρχή όλο τον έλεγχο που (υποτίθεται οτι) έκανε η Διοίκηση για να φτάσει
στην ΑΕΠΟ.
Πρόκειται βέβαια για κάποιους υπεράνθρωπους και παντογνώστες δικαστές,
αφού όχι μόνο παίζουν στα δάχτυλα το σύνολο των επιστημονικών
αντικειμένων που απαιτούνται για την κατανόηση της μελέτης, αλλά έχουν
και πλήρη γνώση της περιοχής, της τοπογραφίας της κ.λ.π.
Το πόσο στρεβλό είναι αυτό το σκεπτικό μας το λέει το ίδιο το ΣτΕ, στο άρθρο 7 της απόφασης 1492/2013,
που στην εν λόγω ανάρτηση παρατίθεται σκόπιμα κουτσουρεμένο.
Εκεί, το
ανώτατο δικαστήριο καταρρίπτει τους ισχυρισμούς της εταιρείας, κάνοντας
σαφές ποια διαδικασία ακολουθεί κατά τον ακυρωτικό έλεγχο:
«Περαιτέρω, κατά την άσκηση του ακυρωτικού ελέγχου, στον οποίο περιλαμβάνεται και η πλάνη περί τα πράγματα, σε περίπτωση προσβολής με αίτηση ακυρώσεως διοικητικών πράξεων που εκδίδονται κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ο δικαστής εξετάζει, μεταξύ άλλων, αν η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που αποτελεί το βασικό μέσο εφαρμογής της αρχής της προλήψεως και προφυλάξεως, ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις του νόμου και αν το περιεχόμενό της είναι επαρκές, ώστε να παρέχεται στα αρμόδια διοικητικά όργανα η δυνατότητα να διακριβώνουν και να αξιολογούν τους κινδύνους και τις συνέπειες του έργου ή της δραστηριότητος και να εκτιμούν αν η πραγματοποίησή του είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας και τις συνταγματικές επιταγές, καθώς και αν το προσδοκώμενο από αυτό όφελος τελεί σε σχέση αναλογίας με την τυχόν επαπειλούμενη βλάβη του φυσικού περιβάλλοντος.
Η ευθεία, όμως, αξιολόγηση εκ μέρους του δικαστή των συνεπειών ορισμένου έργου ή δραστηριότητος και η κρίση αν η πραγματοποίησή του αντίκειται στην αρχή της βιώσιμης αναπτύξεως εξέρχονται των ορίων του ακυρωτικού ελέγχου, διότι προϋποθέτουν διαπίστωση πραγματικών καταστάσεων, διερεύνηση τεχνικών θεμάτων, ουσιαστικές εκτιμήσεις και στάθμιση στηριζομένη στις εκτιμήσεις αυτές.
Κατ’ ακολουθίαν, παράβαση της αρχής της βιώσιμης αναπτύξεως μπορεί να ελεγχθεί ευθέως από τον ακυρωτικό δικαστή μόνον αν από τα στοιχεία της δικογραφίας και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας προκύπτει ότι η προκαλούμενη από το έργο ή τη δραστηριότητα βλάβη για το περιβάλλον είναι μη επανορθώσιμη ή είναι προφανώς δυσανάλογη με το προσδοκώμενο όφελος και έχει τέτοια έκταση και συνέπειες ώστε προδήλως να αντιστρατεύεται την ανωτέρω συνταγματική αρχή (πρβλ. Ολομ. ΣτΕ 462-3/2010, Ολομ. 613/2002, Ολομ. 3478/2000, 1990/2007 7μ., 4491/2009 7μ., 293/2009).
Με πολύ απλά λόγια, αυτό που κάνει το
ΣτΕ σε μια υπόθεση σαν την παρούσα είναι να κρίνει αν κατά την Έγκριση
των Περιβαλλοντικών Όρων τηρήθηκε η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης, αν δηλαδή η Διοίκηση σωστά ζύγισε
το προσδοκώμενο όφελος από το συγκεκριμένο έργο με την επαπειλούμενη
βλάβη στο φυσικό περιβάλλον από την κατασκευή και λειτουργία του.
Μπορεί
όμως ο δικαστής, που είναι μόνο νομικός και όχι περιβαλλοντολόγος,
δασολόγος, χημικός, υδρογεωλόγος, μεταλλειολόγος, να αξιολογήσει ευθέως
τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όχι μόνο ενός τέτοιου εκτεταμένου και
σύνθετου έργου, αλλά ακόμα και ενός πολύ πιο απλού;
Η απάντηση είναι
ΦΥΣΙΚΑ ΟΧΙ.
Το ΣτΕ δεν μπορεί να εκφέρει άποψη επί
περιβαλλοντικών και τεχνικών θεμάτων ούτε να αμφισβητήσει επί της ουσίας
την κρίση της Διοίκησης, διότι δεν έχει ούτε την επιστημονική
εξειδίκευση ούτε την αρμοδιότητα για κάτι τέτοιο.
«Η ευθεία αξιολόγηση των συνεπειών ενός έργου εκφεύγει των ορίων του ακυρωτικού ελέγχου», δεν το λέμε εμείς, το λένε οι ίδιοι οι δικαστές.
Αυτό που μπορεί να κάνει το ΣτΕ είναι να
ελέγξει αν η Διοίκηση που ενέκρινε την υλοποίηση του έργου είχε στη
διάθεσή της όλα τα απαραίτητα στοιχεία ώστε να φτάσει σε μια σωστή
απόφαση.
Ελέγχει δηλαδή την πληρότητα και την επάρκεια του φακέλου της ΜΠΕ για να αποφανθεί αν η απόφαση της Διοίκησης είναι νόμιμα αιτιολογημένη.
Αυτό και τίποτα παραπάνω.
Οι δικαστές δεν έχουν καμία δουλειά να
«υιοθετούν» απόψεις σχετικά με περίπλοκα και αμφιλεγόμενα τεχνικά θέματα
που εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να κατανοήσουν, πόσο μάλλον να
αξιολογήσουν.
Από υπερβάλλοντα ζήλο για να θωρακίσουν νομικά την Ελληνικός Χρυσός, οι δικαστές ενέταξαν στην απόφαση 1492/2013 αυτούσια κομμάτια που εδράζονται στη ΜΠΕ, όπως ακριβώς τους τα έστειλε η εταιρεία.
Και φυσικά έπεσαν σε παγίδες γιατί το «η εταιρεία λέει ότι»
δεν είναι νομικό επιχείρημα, είναι μόνο ένας αναπόδεικτος ισχυρισμός.
Έτσι εμφανίζεται π.χ. το ΣτΕ να «υιοθετεί» την άποψη ότι η μεταλλουργική
μέθοδος της ακαριαίας τήξης (flash smelting) είναι «βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική» και «state of the art» για εφαρμογή στα συγκεκριμένα συμπυκνώματα των Μεταλλείων Κασσάνδρας, ενώ δεν είναι τίποτα από τα δύο (δείτε εδώ). Επιστημονική φαντασία είναι.
Όπως σημειώνει σε άρθρο του (εδώ) ο ομότιμος καθηγητής γεωλογίας Α.Π.Θ. κ. Δημητριάδης:
«Ένας τέτοιος υπερθετικός χαρακτηρισμός υπερβαίνει τον αυστηρά νομικό, θεσμικά και εθιμικά καθιερωμένο τρόπο απόφανσης του ΣτΕ επί ενός αμφισβητούμενου θέματος. Το state of the art δεν μπορεί να οριστεί με νομικούς όρους όταν αναφέρεται σε ρευστά, εξελισσόμενα και υπό έρευνα θέματα τεχνολογίας και επιστήμης για τα οποία δεν είναι καθόλου δεδομένη σε οποιαδήποτε στιγμή μια κοινή, παγκόσμια παραδοχή και συμφωνία. Το «state of the art» δεν είναι παρά ισχυρισμός του προτείνοντος μιαν ορισμένη μέθοδο ή τροποποίηση μεθόδου, όποιος και αν είναι αυτός, και είναι λάθος να υιοθετείται και να αναφέρεται ως αμάχητο τεκμήριο πληρότητας και εφαρμοσιμότητας στις αποφάσεις δικαστηρίων, και δη ανωτάτων».
Και να πως χρησιμοποιείται το ΣτΕ από
την εταιρεία για την προπαγάνδα της:
ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικός
Χρυσός κ. Θεοδωρακόπουλος δηλώνει σε συνεντεύξεις του (εδώ) ότι «το ΣτΕ χαρακτήρισε τη μέθοδό μας state of the art».
Δεν ανήκει φυσικά στο ανώτατο δικαστήριο ο χαρακτηρισμός.
Η εταιρεία
που τώρα πανηγυρίζει για την «επιβράβευση» της από το ΣτΕ ήταν αυτή η
ίδια που χαρακτήρισε έτσι τη μέθοδο στη ΜΠΕ (κεφ. 5.5.2, σελ. 5.5-10)
και υπέδειξε το σχετικό απόσπασμα στο ΣτΕ…
Σε ορισμένα σημεία το δικαστήριο τηρεί τη δέουσα απόσταση
από την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση.
Έτσι π.χ. στα άρθρα 22 και 23
δέχεται μεν ότι, κατά την κρίση της Διοίκησης, οι περιβαλλοντικοί όροι
που έχουν τεθεί θα περιορίσουν τις επιπτώσεις στα υδάτινα συστήματα από
την κατάργηση των ρεμάτων Καρατζά και Λοτσάνικου και τον καταβιβασμό του
υδροφόρου ορίζοντα στο μεταλλείο Σκουριών, τονίζει όμως ότι αυτή η
κρίση είναι «ανέλεγκτη ακυρωτικά».
Αλλού δεν κρατάει ούτε το φύλλο συκής:
τα ρέματα δεν είχαν νομίμως οριοθετηθεί κατά το χρόνο έκδοσης της ΑΕΠΟ,
όμως το ΣτΕ παρέβη την δική του πάγια νομολογία κατά την οποία «ο καθορισμός των οριογραμμών αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεση
για την έκδοση των πράξεων χωροθέτησης και έγκρισης των περιβαλλοντικών
όρων έργου ή δραστηριότητας που βρίσκεται πλησίον ρέματος».
Χωρίς
δεύτερη σκέψη το δικαστήριο «υιοθέτησε» τον ισχυρισμό της εταιρείας ότι η
λιθογόμωση κάτω από τη Στρατονίκη είναι «περιβαλλοντικά ασφαλής» και
ότι το υλικό της λιθογόμωσης είναι «αδρανές».
Στην πραγματικότητα, το
υλικό της λιθογόμωσης αποτελείται από επικίνδυνα οξεοπαραγωγά απόβλητα που η μελέτη της εταιρείας, χρησιμοποιώντας λανθασμένη μεθοδολογία, τα χαρακτήρισε «αδρανή» (δείτε εδώ). Αλλά τι να καταλάβουν οι δικαστές από επιστημονικές μεθοδολογίες;
Το ΣτΕ έχει και μια δεύτερη δυνατότητα η οποία σπάνια χρησιμοποιείται: αν τα πράγματα είναι απολύτως προφανή,
αν είναι σαφές ότι η βλάβη στο φυσικό περιβάλλον θα είναι τόσο μεγάλη ή
προφανώς δυσανάλογη με το προσδοκώμενο όφελος, ο ακυρωτικός δικαστής
μπορεί να κρίνει ότι «προδήλως» υπάρχει παραβίαση της συνταγματικής
αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης.
«Από τα στοιχεία της δικογραφίας και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας», δηλαδή χωρίς ειδικές επιστημονικές γνώσεις αλλά με την κοινή πείρα και τον κοινό νου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με ένα τέτοιο σκεπτικό και με συντριπτική
πλειοψηφία (20-7), το 2002 η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε τη μεταλλουργία
χρυσού Ολυμπιάδας που προγραμμάτιζε η TVX (δείτε εδώ).
Σήμερα, ένα ολοφάνερα διαφορετικό ΣτΕ κατάπιε αμάσητη τη ΜΠΕ της Ελληνικός Χρυσός για ένα έργο πολλαπλάσιας κλίμακας και πολυπλοκότητας, για τις συνέπειες του οποίου η «κοινή πείρα» χτυπάει καμπανάκια κινδύνου.
Με μια απόφαση 20.000 λέξεων, το ανώτατο δικαστήριο επιχείρησε να
κλείσει με νομικό τρόπο όλα τα κενά της διάτρητης ΑΕΠΟ και να και να
αποκλείσει κάθε πιθανή μελλοντική αμφισβήτηση.
Το έγκλημα στη Χαλκιδική έχει και τη «σφραγίδα» του ΣτΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου